λόξωση

λόξωση
η (AM λόξωσις) [λοξώ]
η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού λοξώνω, η λόξευση («ἀναρμόστως ἔχειν τὰ κλίματα διὰ τὴν λόξωσιν», Στράβ.)
νεοελλ.
φρ. «λόξωση τής εκλειπτικής»
αστρον. η γωνία που σχηματίζεται από τα επίπεδα τής εκλειπτικής και τού ουράνιου ισημερινού και που η τιμή της κυμαίνεται γύρω στις 23027'
μσν.
(για λόγο) ασάφεια.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • εκλειπτική — Η τροχιά της Γης γύρω από τον Ήλιο, η οποία είναι μέγιστος κύκλος της ουράνιας σφαίρας. Κατά τη διάρκεια της κίνησης της Γης γύρω από τον Ήλιο, ο Ήλιος φαίνεται ότι κινείται στην ουράνια σφαίρα στο ίδιο επίπεδο και κατά την ίδια φορά. Επομένως ως …   Dictionary of Greek

  • σύννευσις — εύσεως, ἡ, ΜΑ [συννεύω] 1. αμοιβαία κλίση προς ένα σημείο, σύγκλιση («τὸ ἰσοσκελὲς τρίγωνο οὐ ποιοῡν πρὸς ἐκεῑνο σύννευσιν», Πλούτ.) 2. μτφ. αμοιβαία τάση («τὴν πρὸς τὸ ἐν τῆς ὅλης κτίσεως... σύννευσιν δείξας ἐν ἑαυτῷ», Μαξ.) 3. κοινή αποδοχή,… …   Dictionary of Greek

  • Αλμπατένιους — (Al BattaniAlbatenius, ; – 929 μ.Χ.). Εκλατινισμένο όνομα ενός από τους πιο φημισμένους Άραβες αστρονόμους, που έδρασε γύρω στο 900 μ.Χ. και έκανε παρατηρήσεις επί 40 έτη (878 918). Το έτος γέννησής του δεν είναι ακόμα γνωστό, αλλά προσδιορίζεται …   Dictionary of Greek

  • γραμμή των τροπών ή των ηλιοστασίων — (Αστρον.). Η διάμετρος EE’ της εκλειπτικής που είναι κάθετη στη γραμμή των ισημερινών, τη γραμμή δηλαδή που ενώνει τα δύο ισημερινά σημεία γ και Γ’. Τα σημεία Ε και E’ διακρίνονται μεταξύ τους από το ότι η απόκλιση του Ήλιου στο βόρειο σημείο Ε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”